Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ῥοδόσταγμα
ῥοδόστερνος
ῥοδοστεφής
ῥοδόσφυρος
ῥοδουντία
ῥοδοφόρος
ῥοδόφυλλον
ῥοδόχροος
ῥοδών
ῥοδωνιά
Ῥοδῶπις
ῥοδωπός
ῥοδωτός
ῥοείδιον
ῥόζω
ῥοή
ῥοητόκος
ῥοθέω
ῥόθια
ῥοθιάζω
ῥοθιάς
View word page
Ῥοδῶπις
Rhodopis
ShortDef
Rhodopis
Debugging
Headword:
Ῥοδῶπις
Headword (normalized):
ῥοδῶπις
Headword (normalized/stripped):
ροδωπις
IDX:
78465
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78466
Key:
Data
{'content': 'Rhodopis'}