Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥοδῆ
Ῥόδιαι
Ῥοδιακός
ῥοδίζω
ῥοδινοπορφυροῦς
ῥόδινος
Ῥόδιος
Ῥοδίος
ῥοδίς
ῥοδισμός
ῥοδίτης
ῥοδοβαφής
ῥοδοδάκτυλος
ῥοδοδάφνη
ῥοδοειδής
ῥοδόεις
ῥοδόκολπος
ῥοδόμελι
ῥοδόμηλον
ῥόδον
ῥοδόπαχυς
View word page
ῥοδίτης
flavoured with roses

ShortDef

flavoured with roses

Debugging

Headword:
ῥοδίτης
Headword (normalized):
ῥοδίτης
Headword (normalized/stripped):
ροδιτης
IDX:
78436
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78437
Key:

Data

{'content': 'flavoured with roses'}