Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥογχαστής
ῥοδάκανθα
ῥοδάκινον
ῥοδάνη
ῥοδανιστήριον
ῥοδανός
Ῥόδεια
ῥόδεος
ῥοδεών
ῥοδῆ
Ῥόδιαι
Ῥοδιακός
ῥοδίζω
ῥοδινοπορφυροῦς
ῥόδινος
Ῥόδιος
Ῥοδίος
ῥοδίς
ῥοδισμός
ῥοδίτης
ῥοδοβαφής
View word page
Ῥόδιαι
Rudiae, now Rugge

ShortDef

Rudiae, now Rugge

Debugging

Headword:
Ῥόδιαι
Headword (normalized):
ῥόδιαι
Headword (normalized/stripped):
ροδιαι
IDX:
78427
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78428
Key:

Data

{'content': 'Rudiae, now Rugge'}