Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥογχαλίζω
ῥογχαστής
ῥοδάκανθα
ῥοδάκινον
ῥοδάνη
ῥοδανιστήριον
ῥοδανός
Ῥόδεια
ῥόδεος
ῥοδεών
ῥοδῆ
Ῥόδιαι
Ῥοδιακός
ῥοδίζω
ῥοδινοπορφυροῦς
ῥόδινος
Ῥόδιος
Ῥοδίος
ῥοδίς
ῥοδισμός
ῥοδίτης
View word page
ῥοδῆ
a rose-tree, rose-bush

ShortDef

a rose-tree, rose-bush

Debugging

Headword:
ῥοδῆ
Headword (normalized):
ῥοδῆ
Headword (normalized/stripped):
ροδη
IDX:
78426
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78427
Key:

Data

{'content': 'a rose-tree, rose-bush'}