Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ῥογός
ῥογχάζω
ῥογχαλίζω
ῥογχαστής
ῥοδάκανθα
ῥοδάκινον
ῥοδάνη
ῥοδανιστήριον
ῥοδανός
Ῥόδεια
ῥόδεος
ῥοδεών
ῥοδῆ
Ῥόδιαι
Ῥοδιακός
ῥοδίζω
ῥοδινοπορφυροῦς
ῥόδινος
Ῥόδιος
Ῥοδίος
ῥοδίς
View word page
ῥόδεος
of roses
ShortDef
of roses
Debugging
Headword:
ῥόδεος
Headword (normalized):
ῥόδεος
Headword (normalized/stripped):
ροδεος
IDX:
78424
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78425
Key:
Data
{'content': 'of roses'}