Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥινοκοπέω
ῥινολαβίς
ῥινόν
ῥινοπύλη
ῥινός
ῥινόσιμος
ῥινοτόμος
ῥινοτορίνιον
ῥινοτόρος
ῥινουλκέω
ῥινοῦχος
ῥινώλεθρος
ῥίον
Ῥίον
ῥιπά
Ῥῖπαι
ῥιπάριος
ῥιπή
ῥιπίδιον
ῥιπίζω
ῥιπίς
View word page
ῥινοῦχος
a sewer

ShortDef

a sewer

Debugging

Headword:
ῥινοῦχος
Headword (normalized):
ῥινοῦχος
Headword (normalized/stripped):
ρινουχος
IDX:
78367
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78368
Key:

Data

{'content': 'a sewer'}