Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥίνη
ῥινηλασία
ῥινηλατέω
ῥινηλάτης
ῥινήλατος
ῥίνημα
ῥίνησις
ῥινητής
ῥινίζω
ῥινίον
ῥινόβατος
ῥινόβολος
ῥινοβόλος
ῥινοδέψης
ῥινόκερως
ῥινοκόλλητος
ῥινοκολοῦρος
ῥινοκολούστης
ῥινοκοπέω
ῥινολαβίς
ῥινόν
View word page
ῥινόβατος
a rough-skinned fish

ShortDef

a rough-skinned fish

Debugging

Headword:
ῥινόβατος
Headword (normalized):
ῥινόβατος
Headword (normalized/stripped):
ρινοβατος
IDX:
78349
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78350
Key:

Data

{'content': 'a rough-skinned fish'}