Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥιναυλέω
ῥινάω
ῥινάω2
ῥινεγκαταπηξιγένειος
ῥινεγχυτέω
ῥινεγχύτης
ῥινέγχυτον
ῥινέγχυτος
ῥίνη
ῥινηλασία
ῥινηλατέω
ῥινηλάτης
ῥινήλατος
ῥίνημα
ῥίνησις
ῥινητής
ῥινίζω
ῥινίον
ῥινόβατος
ῥινόβολος
ῥινοβόλος
View word page
ῥινηλατέω
to track by scent

ShortDef

to track by scent

Debugging

Headword:
ῥινηλατέω
Headword (normalized):
ῥινηλατέω
Headword (normalized/stripped):
ρινηλατεω
IDX:
78341
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78342
Key:

Data

{'content': 'to track by scent'}