Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥιμφαλέος
ῥιμφάρματος
ῥινάριον
ῥιναυλέω
ῥινάω
ῥινάω2
ῥινεγκαταπηξιγένειος
ῥινεγχυτέω
ῥινεγχύτης
ῥινέγχυτον
ῥινέγχυτος
ῥίνη
ῥινηλασία
ῥινηλατέω
ῥινηλάτης
ῥινήλατος
ῥίνημα
ῥίνησις
ῥινητής
ῥινίζω
ῥινίον
View word page
ῥινέγχυτος
injected at the nose

ShortDef

injected at the nose

Debugging

Headword:
ῥινέγχυτος
Headword (normalized):
ῥινέγχυτος
Headword (normalized/stripped):
ρινεγχυτος
IDX:
78338
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78339
Key:

Data

{'content': 'injected at the nose'}