Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥιζόφυλλος
ῥιζόφυτος
ῥιζόω
ῥιζώδης
ῥίζωμα
ῥιζωνυχία
ῥιζωρυχέω
ῥιζωρύχος
ῥίζωσις
ῥικνόομαι
ῥικνός
ῥικνότης
ῥικνοφυής
ῥικνώδης
ῥίκνωσις
ῥῖμμα
ῥίμφα
ῥιμφαλέος
ῥιμφάρματος
ῥινάριον
ῥιναυλέω
View word page
ῥικνός
shrivelled with cold

ShortDef

shrivelled with cold

Debugging

Headword:
ῥικνός
Headword (normalized):
ῥικνός
Headword (normalized/stripped):
ρικνος
IDX:
78321
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78322
Key:

Data

{'content': 'shrivelled with cold'}