Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνίδρωσις
ἀνιδρωτί
ἀνίδρωτος
ἀνίερος
ἀνιερόω
ἀνιέρωσις
ἀνιερωτέον
ἀνίη
ἀνίημι
ἀνίκανος
ἀνίκατος
ἀνικεί
ἀνικέτευτος
ἀνίκητος
ἀνῖκία
ἀνικμάζω
ἀνίκμαντος
ἀνικμάω
ἄνικμος
ἀνίκω
ἀνίλαστος
View word page
ἀνίκατος
unconquerable

ShortDef

unconquerable

Debugging

Headword:
ἀνίκατος
Headword (normalized):
ἀνίκατος
Headword (normalized/stripped):
ανικατος
IDX:
7826
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7827
Key:

Data

{'content': 'unconquerable'}