Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥητινίτης
ῥητινόκηρον
ῥητινόω
ῥητινώδης
ῥητορεία
ῥητορευτέον
ῥητορεύω
ῥητορικός
ῥητορομάστιξ
ῥητορόμυκτος
ῥητοροπρεπής
ῥητός
ῥητότης
ῥήτρα
ῥητρεύω
ῥήτρη
ῥητροφύλαξ
ῥήτωρ
ῥηχιάδης
ῥηχώδης
ῥιγαλέος
View word page
ῥητοροπρεπής
befitting an orator

ShortDef

befitting an orator

Debugging

Headword:
ῥητοροπρεπής
Headword (normalized):
ῥητοροπρεπής
Headword (normalized/stripped):
ρητοροπρεπης
IDX:
78253
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78254
Key:

Data

{'content': 'befitting an orator'}