Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥησιμετρέω
ῥῆσις
Ῥῆσος
ῥητέον
ῥητέος
ῥητήρ
ῥητιάριος
ῥητίνη
ῥητινίζω
ῥητινίτης
ῥητινόκηρον
ῥητινόω
ῥητινώδης
ῥητορεία
ῥητορευτέον
ῥητορεύω
ῥητορικός
ῥητορομάστιξ
ῥητορόμυκτος
ῥητοροπρεπής
ῥητός
View word page
ῥητινόκηρον
wax dissolved in resin

ShortDef

wax dissolved in resin

Debugging

Headword:
ῥητινόκηρον
Headword (normalized):
ῥητινόκηρον
Headword (normalized/stripped):
ρητινοκηρον
IDX:
78244
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78245
Key:

Data

{'content': 'wax dissolved in resin'}