Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ῥήγιον
Ῥῆγλος
ῥῆγμα
ῥηγματίας
ῥηγμίν
ῥηγμός
ῥήγνυμι
ῥῆγος
ῥήκτης
ῥηκτικός
ῥηκτός
ῥῆμα
ῥηματικός
ῥημάτιον
ῥηματίσκιον
ῥήν
Ῥήνεια
Ῥηνειοεργής
ῥηνικός
ῥηνοφορεύς
ῥηξηνορία
View word page
ῥηκτός
that can be broken
ShortDef
that can be broken
Debugging
Headword:
ῥηκτός
Headword (normalized):
ῥηκτός
Headword (normalized/stripped):
ρηκτος
IDX:
78211
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78212
Key:
Data
{'content': 'that can be broken'}