Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ῥηγῖνος
Ῥήγιον
Ῥῆγλος
ῥῆγμα
ῥηγματίας
ῥηγμίν
ῥηγμός
ῥήγνυμι
ῥῆγος
ῥήκτης
ῥηκτικός
ῥηκτός
ῥῆμα
ῥηματικός
ῥημάτιον
ῥηματίσκιον
ῥήν
Ῥήνεια
Ῥηνειοεργής
ῥηνικός
ῥηνοφορεύς
View word page
ῥηκτικός
apt to burst
ShortDef
apt to burst
Debugging
Headword:
ῥηκτικός
Headword (normalized):
ῥηκτικός
Headword (normalized/stripped):
ρηκτικος
IDX:
78210
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78211
Key:
Data
{'content': 'apt to burst'}