Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥειτά
ῥεκτήρ
ῥεκτήριος
ῥέκτης
ῥεκτικός
ῥεμβασμός
ῥέμβη
ῥεμβός
ῥέμβος
ῥέμβω
ῥεμβώδης
ῥέος
ῥεπτέον
ῥεπτικός
ῥέπω
Ῥεστίων
ῥεῦμα
ῥευματίζομαι
ῥευματικός
ῥευμάτιον
ῥευματώδης
View word page
ῥεμβώδης
roving, rolling

ShortDef

roving, rolling

Debugging

Headword:
ῥεμβώδης
Headword (normalized):
ῥεμβώδης
Headword (normalized/stripped):
ρεμβωδης
IDX:
78183
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78184
Key:

Data

{'content': 'roving, rolling'}