Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ῥέγξις
ῥέγος
ῥέεθρον
ῥέζω
ῥεθομαλίδας
ῥέθος
ῥεῖα
ῥεῖθρον
ῥειθρώδης
ῥειτά
ῥεκτήρ
ῥεκτήριος
ῥέκτης
ῥεκτικός
ῥεμβασμός
ῥέμβη
ῥεμβός
ῥέμβος
ῥέμβω
ῥεμβώδης
ῥέος
View word page
ῥεκτήρ
a worker, doer
ShortDef
a worker, doer
Debugging
Headword:
ῥεκτήρ
Headword (normalized):
ῥεκτήρ
Headword (normalized/stripped):
ρεκτηρ
IDX:
78174
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78175
Key:
Data
{'content': 'a worker, doer'}