Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ῥαντισμός
ῥαντός
ῥάξ
ῥαπαύλης
ῥαπεύς
ῥαπιδήϊον
ῥαπίζω
ῥάπισμα
ῥαπισμός
ῥαπιστέον
ῥάπτης
ῥαπτικός
ῥαπτός
ῥάπτω
Ράριον
Ρᾶρος
ῥάσμα
ῥάσσω
ῥᾳστωνεύω
ῥᾳστωνέω
ῥᾳστώνη
View word page
ῥάπτης
one who stitches, clothes-mender
ShortDef
one who stitches, clothes-mender
Debugging
Headword:
ῥάπτης
Headword (normalized):
ῥάπτης
Headword (normalized/stripped):
ραπτης
IDX:
78104
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78105
Key:
Data
{'content': 'one who stitches, clothes-mender'}