Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥακιοσυρραπτάδης
ῥακοδύτης
ῥακόδυτος
ῥακόεις
ῥάκος
ῥακοφορέω
ῥακόω
ῥακτήριος
ῥακτός
ῥάκτρια
ῥακώδης
ῥάκωμα
ῥάκωσις
ῥάμμα
ῥαμμάτινος
ῥαμματώδης
ῥάμνος
Ῥαμνοῦς
Ῥαμνούσιος
ῥαμφή
Ῥαμφίας
View word page
ῥακώδης
ragged

ShortDef

ragged

Debugging

Headword:
ῥακώδης
Headword (normalized):
ῥακώδης
Headword (normalized/stripped):
ρακωδης
IDX:
78076
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78077
Key:

Data

{'content': 'ragged'}