Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ῥαιβότης
ῥαιβόω
ῥαῖδα
ῥαΐζω
ῥαίνω
ῥαιστήρ
ῥαιστήριος
ῥαιστηροκοπία
ῥαιστότυπος
ῥαίω
ῥάκετρον
ῥάκινος
ῥάκιον
ῥακιοσυρραπτάδης
ῥακοδύτης
ῥακόδυτος
ῥακόεις
ῥάκος
ῥακοφορέω
ῥακόω
ῥακτήριος
View word page
ῥάκετρον
butcher's cleaver
ShortDef
butcher's cleaver
Debugging
Headword:
ῥάκετρον
Headword (normalized):
ῥάκετρον
Headword (normalized/stripped):
ρακετρον
IDX:
78063
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78064
Key:
Data
{'content': "butcher's cleaver"}