Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥαδαλός
Ῥαδάμανθυς
ῥαδαμνώδης
ῥᾴδια
ῥαδινάκη
ῥαδινός
ῥάδιξ
ῥᾴδιος
ῥᾳδιουργέω
ῥᾳδιούργημα
ῥᾳδιουργία
ῥᾳδιουργός
ῥάδις
ῥάζω
ῥαθαγέω
ῥαθάμιγξ
ῥαθαπυγίζω
ῥαθυμέω
ῥαθυμητέον
ῥαθυμία
ῥάθυμος
View word page
ῥᾳδιουργία
ease in doing, facility

ShortDef

ease in doing, facility

Debugging

Headword:
ῥᾳδιουργία
Headword (normalized):
ῥᾳδιουργία
Headword (normalized/stripped):
ραδιουργια
IDX:
78037
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78038
Key:

Data

{'content': 'ease in doing, facility'}