Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥαβδίον
ῥαβδισμός
ῥαβδιστής
ῥαβδοδίαιτος
ῥαβδοειδής
ῥαβδομαντεία
ῥαβδομαχία
ῥαβδονομέω
ῥαβδονόμος
ῥαβδόομαι
ῥάβδος
ῥαβδουχέω
ῥαβδουχία
ῥαβδοῦχος
ῥαβδοφορέω
ῥαβδοφορία
ῥαβδοφορικόν
ῥαβδοφόρος
ῥάβδωμα
ῥάβδωσις
ῥαβδωτός
View word page
ῥάβδος
a rod, wand, stick, switch

ShortDef

a rod, wand, stick, switch

Debugging

Headword:
ῥάβδος
Headword (normalized):
ῥάβδος
Headword (normalized/stripped):
ραβδος
IDX:
78002
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78003
Key:

Data

{'content': 'a rod, wand, stick, switch'}