Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ῥαββί
ῥαβδεύομαι
ῥαβδίζω
ῥαβδίον
ῥαβδισμός
ῥαβδιστής
ῥαβδοδίαιτος
ῥαβδοειδής
ῥαβδομαντεία
ῥαβδομαχία
ῥαβδονομέω
ῥαβδονόμος
ῥαβδόομαι
ῥάβδος
ῥαβδουχέω
ῥαβδουχία
ῥαβδοῦχος
ῥαβδοφορέω
ῥαβδοφορία
ῥαβδοφορικόν
ῥαβδοφόρος
View word page
ῥαβδονομέω
to sit as umpire

ShortDef

to sit as umpire

Debugging

Headword:
ῥαβδονομέω
Headword (normalized):
ῥαβδονομέω
Headword (normalized/stripped):
ραβδονομεω
IDX:
77999
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-78000
Key:

Data

{'content': 'to sit as umpire'}