Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνθυποφαίνω
ἀνθυποφέρω
ἀνθυποφορά
ἀνθυποχωρέω
ἀνθυποχώρησις
ἀνθυφαιρέω
ἀνθυφίστημι
ἀνθώδης
ἀνθωροσκοπέω
ἀνθωροσκόπος
ἀνία
ἀνιάζω
ἀνιακκάς
ἀνιάομαι
ἀνιαρίζω
ἀνιαρός
Ἀνίας
ἀνίατος
ἀνιατρεύω
ἀνιατρολόγητος
ἀνίατρος
View word page
ἀνία
grief, sorrow, distress, trouble
ShortDef
grief, sorrow, distress, trouble
Debugging
Headword:
ἀνία
Headword (normalized):
ἀνία
Headword (normalized/stripped):
ανια
IDX:
7797
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7798
Key:
Data
{'content': 'grief, sorrow, distress, trouble'}