Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πώλιμος
πωλίον
Πωλίων
πωλοδαμαστής
πωλοδαμνέω
πωλοδάμνης
πωλοδαμνία
πωλοδαμνικός
πωλομάχος
πῶλος
Πῶλος
πωλοτροφέω
πωλοτροφία
πωλοτροφικός
πωλοτρόφος
πωλωνεῖα
πῶμα
πῶμα2
πωμάζω
πωμάριον
πωμαρίτης
View word page
Πῶλος
Polus
ShortDef
a foal, young horse
Polus
Debugging
Headword:
Πῶλος
Headword (normalized):
πῶλος
Headword (normalized/stripped):
πωλος
IDX:
77948
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77949
Key:
Data
{'content': 'Polus'}