Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πωλεία
πώλειος
πωλέομαι
πώλευμα
πώλευσις
πωλευτής
πωλευτικός
πωλεύω
πωλέω
πώλημα
πώλης
πώλησις
πωληταί
πωλητήριον
πωλητής
πωλητικός
πωλητός
πωλικός
πώλιμος
πωλίον
Πωλίων
View word page
πώλης
a seller, dealer
ShortDef
a seller, dealer
Debugging
Headword:
πώλης
Headword (normalized):
πώλης
Headword (normalized/stripped):
πωλης
IDX:
77930
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77931
Key:
Data
{'content': 'a seller, dealer'}