Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πωγωνοφόρος
πωλάριον
πωλεία
πώλειος
πωλέομαι
πώλευμα
πώλευσις
πωλευτής
πωλευτικός
πωλεύω
πωλέω
πώλημα
πώλης
πώλησις
πωληταί
πωλητήριον
πωλητής
πωλητικός
πωλητός
πωλικός
πώλιμος
View word page
πωλέω
to exchange; to sell
ShortDef
to exchange; to sell
Debugging
Headword:
πωλέω
Headword (normalized):
πωλέω
Headword (normalized/stripped):
πωλεω
IDX:
77928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77929
Key:
Data
{'content': 'to exchange; to sell'}