Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πυρράζω
πυρραία
πυρράκειος
πυρράκης
πυρρίας
πυρριάω
πυρρίζω
Πυρρικός
πυρρίχη
πυρριχιακός
πυρριχίζω
πυρριχιοανάπαιστος
πυρρίχιος
πυρριχισμός
πυρριχιστής
πυρριχιστικός
πύρριχος
πυρρόγειος
πυρρογένειος
πυρρόθριξ
πυρροκόραξ
View word page
πυρριχίζω
to dance the pyrrhic dance
ShortDef
to dance the pyrrhic dance
Debugging
Headword:
πυρριχίζω
Headword (normalized):
πυρριχίζω
Headword (normalized/stripped):
πυρριχιζω
IDX:
77839
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77840
Key:
Data
{'content': 'to dance the pyrrhic dance'}