Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πυρπαλαμάομαι
πυρπάλαμος
πύρπνοος
πυρπολέω
πυρπόλημα
πυρπόλησις
πυρπόλος
πύρρα
Πύρρα
πυρράζω
πυρραία
πυρράκειος
πυρράκης
πυρρίας
πυρριάω
πυρρίζω
Πυρρικός
πυρρίχη
πυρριχιακός
πυρριχίζω
πυρριχιοανάπαιστος
View word page
πυρραία
red robe
ShortDef
red robe
Debugging
Headword:
πυρραία
Headword (normalized):
πυρραία
Headword (normalized/stripped):
πυρραια
IDX:
77830
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77831
Key:
Data
{'content': 'red robe'}