Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πυροφορέω2
πυροφορικός
πυροφόρος
πυροφόρος2
πυρόω
πυρπαλαμάομαι
πυρπάλαμος
πύρπνοος
πυρπολέω
πυρπόλημα
πυρπόλησις
πυρπόλος
πύρρα
Πύρρα
πυρράζω
πυρραία
πυρράκειος
πυρράκης
πυρρίας
πυρριάω
πυρρίζω
View word page
πυρπόλησις
wasting with fire

ShortDef

wasting with fire

Debugging

Headword:
πυρπόλησις
Headword (normalized):
πυρπόλησις
Headword (normalized/stripped):
πυρπολησις
IDX:
77825
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77826
Key:

Data

{'content': 'wasting with fire'}