Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πυρολόγος
πυρομαντεία
πυρόμαντις
πυρομέτρης
πυροπεμψίφλογος
πυροπίπης
πυροπωλεῖον
πυροπωλέω
πυροπώλης
πυρορραγής
πυρός
πυροσιτόχροος
πυροσπορέω
πυρόσπορος
πυροστρόφον
πυρότης
πυροτομία
πυροφθόρος
πυροφοβέω
πυροφορέω
πυροφορέω2
View word page
πυρός
wheat

ShortDef

wheat

Debugging

Headword:
πυρός
Headword (normalized):
πυρός
Headword (normalized/stripped):
πυρος
IDX:
77805
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77806
Key:

Data

{'content': 'wheat'}