Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πυρκόος
πυρναῖος
πύρνον
πυρνοτόκος
πυροβολέω
πυροβόλος
πυροβόρος
πυρογενής
πυρογενής2
πυροδόκος
πυρόδρομον
πυροειδής
πυρόεις
πυροεργής
πυροκαπηλεύω
πυροκλοπία
πυρολαβίς
πυρολόγος
πυρομαντεία
πυρόμαντις
πυρομέτρης
View word page
πυρόδρομον
vaporalis

ShortDef

vaporalis

Debugging

Headword:
πυρόδρομον
Headword (normalized):
πυρόδρομον
Headword (normalized/stripped):
πυροδρομον
IDX:
77788
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77789
Key:

Data

{'content': 'vaporalis'}