Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πυρίγληνος
πυριγλώχιν
πυριγόνος
πυρίδαπτος
πυριδίνης
πυρίδιον
πυρίδιον2
πυριδρακοντόζωνος
πυρίδρομος
πυριέθειρα
πυριήκης
πυριηκής
πυριθαλπής
πυρίθυμος
πυρίκαοι
πυρίκαυστος
πυρικαύτωρ
πυρικλόνος
πυρίκμητος
πυρικοίτης
πυρικός
View word page
πυριήκης
fire - pointed, with blazing point

ShortDef

fire - pointed, with blazing point

Debugging

Headword:
πυριήκης
Headword (normalized):
πυριήκης
Headword (normalized/stripped):
πυριηκης
IDX:
77711
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77712
Key:

Data

{'content': 'fire - pointed, with blazing point'}