Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πυργηρέομαι
πυργήρης
πυργίδιον
πύργινος
πυργίς
πυργίσκος
Πυργίτης
πυργίτης
πυργόβαρις
πυργοδάϊκτος
πυργοδόμος
πυργοειδής
Πύργοι
πυργοκάστελλον
πυργοκέρατα
πυργομαγδῶλ
πυργομαχέω
πυργομάχος
πυργοποιία
πύργος
πυργοσείστης
View word page
πυργοδόμος
building towers

ShortDef

building towers

Debugging

Headword:
πυργοδόμος
Headword (normalized):
πυργοδόμος
Headword (normalized/stripped):
πυργοδομος
IDX:
77632
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77633
Key:

Data

{'content': 'building towers'}