Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πυργηδόν
πυργηρέομαι
πυργήρης
πυργίδιον
πύργινος
πυργίς
πυργίσκος
Πυργίτης
πυργίτης
πυργόβαρις
πυργοδάϊκτος
πυργοδόμος
πυργοειδής
Πύργοι
πυργοκάστελλον
πυργοκέρατα
πυργομαγδῶλ
πυργομαχέω
πυργομάχος
πυργοποιία
πύργος
View word page
πυργοδάϊκτος
destroying towers

ShortDef

destroying towers

Debugging

Headword:
πυργοδάϊκτος
Headword (normalized):
πυργοδάϊκτος
Headword (normalized/stripped):
πυργοδαικτος
IDX:
77631
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77632
Key:

Data

{'content': 'destroying towers'}