Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνθυπαλλάσσω
ἀνθυπαντάω
ἀνθυπάρχω
ἀνθυπατεία
ἀνθυπατεύω
ἀνθυπατιανός
ἀνθυπατικός
ἀνθύπατος
ἀνθυπείκω
ἀνθύπειξις
ἀνθυπερβάλλω
ἀνθυπερηφανέω
ἀνθυπέρχομαι
ἀνθυπηρετέω
ἀνθυπισχνέομαι
ἀνθυποβάλλω
ἀνθυπόδεικτος
ἀνθυποκρίνομαι
ἀνθυπολείπω
ἀνθυπολογέω
ἀνθυπολογίζομαι
View word page
ἀνθυπερβάλλω
surpass in turn

ShortDef

surpass in turn

Debugging

Headword:
ἀνθυπερβάλλω
Headword (normalized):
ἀνθυπερβάλλω
Headword (normalized/stripped):
ανθυπερβαλλω
IDX:
7760
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7761
Key:

Data

{'content': 'surpass in turn'}