Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πυράζω
πυραιθής
πύραιθοι
πυραίθουσα
πυράϊνος
Πυραίχμης
πυράκμων
πυρακτέω
πυρακτόω
πυραλίς
πυράμη
πυραμητός
πυραμιδικός
πυράμινος
πυραμίς
πυραμοειδής
πυραμοῦς
Πύρασος
πυραυγής
πύραυνος
πυραύστης
View word page
πυράμη
vatillum

ShortDef

vatillum

Debugging

Headword:
πυράμη
Headword (normalized):
πυράμη
Headword (normalized/stripped):
πυραμη
IDX:
77607
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77608
Key:

Data

{'content': 'vatillum'}