Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πύξος
πυοειδής
πύον
πυοποιέω
πυοποίησις
πυοποιός
πυορροέω
πυόρροια
πυός
πύος
πυουλκός
πυόω
πυππάζω
πύππαξ
πῦρ
πυρά
πυρά2
πυράγηρα
πυράγρα
πυραγρέτης
πυράγρη
View word page
πυουλκός
surgical instrument for drawing off pus

ShortDef

surgical instrument for drawing off pus

Debugging

Headword:
πυουλκός
Headword (normalized):
πυουλκός
Headword (normalized/stripped):
πυουλκος
IDX:
77586
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77587
Key:

Data

{'content': 'surgical instrument for drawing off pus'}