Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Πύλος
πυλουρός
πυλοῦχος
πυλόω
πύλωμα
πυλών
Πύλων
πυλωνοφύλαξ
πυλωρέω
πυλωρικός
πυλώριον
πυλωρός
πυματηγόρος
πύματος
πύνδαξ
πυνθάνομαι
πυνικοί
πύξ
πύξ2
πυξάκανθα
πυξεών
View word page
πυλώριον
porter's lodge
ShortDef
porter's lodge
Debugging
Headword:
πυλώριον
Headword (normalized):
πυλώριον
Headword (normalized/stripped):
πυλωριον
IDX:
77558
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77559
Key:
Data
{'content': "porter's lodge"}