Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνθρωποφυής
ἀνθρωπόχειρον
ἀνθυβρίζω
ἀνθύβρισις
ἀνθυλακτέω
ἀνθυλλίς
ἀνθυπάγω
ἀνθυπαγωγή
ἀνθυπακούω
ἀνθυπαλλαγή
ἀνθυπαλλάσσω
ἀνθυπαντάω
ἀνθυπάρχω
ἀνθυπατεία
ἀνθυπατεύω
ἀνθυπατιανός
ἀνθυπατικός
ἀνθύπατος
ἀνθυπείκω
ἀνθύπειξις
ἀνθυπερβάλλω
View word page
ἀνθυπαλλάσσω
substitute

ShortDef

substitute

Debugging

Headword:
ἀνθυπαλλάσσω
Headword (normalized):
ἀνθυπαλλάσσω
Headword (normalized/stripped):
ανθυπαλλασσω
IDX:
7750
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7751
Key:

Data

{'content': 'substitute'}