Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πυκνομματέω
πυκνονεφής
πυκνοπλοέω
πυκνοπνεύματος
πυκνόπνοια
πυκνοποιέω
πυκνόπορος
πυκνόπτερος
πυκνορράξ
πυκνόρριζος
πυκνορρώξ
πυκνός
πυκνόσαρκος
πυκνοσπορέω
πυκνόσπορος
πυκνόστικτος
πυκνόστυλος
πυκνοσύγκριτος
πυκνοσφυξία
πυκνότης
πυκνόφθαλμος
View word page
πυκνορρώξ
thick with berries

ShortDef

thick with berries

Debugging

Headword:
πυκνορρώξ
Headword (normalized):
πυκνορρώξ
Headword (normalized/stripped):
πυκνορρωξ
IDX:
77485
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77486
Key:

Data

{'content': 'thick with berries'}