Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πυκνόκοκκον
πυκνόκομον
πυκνομματέω
πυκνονεφής
πυκνοπλοέω
πυκνοπνεύματος
πυκνόπνοια
πυκνοποιέω
πυκνόπορος
πυκνόπτερος
πυκνορράξ
πυκνόρριζος
πυκνορρώξ
πυκνός
πυκνόσαρκος
πυκνοσπορέω
πυκνόσπορος
πυκνόστικτος
πυκνόστυλος
πυκνοσύγκριτος
πυκνοσφυξία
View word page
πυκνορράξ
thick with berries

ShortDef

thick with berries

Debugging

Headword:
πυκνορράξ
Headword (normalized):
πυκνορράξ
Headword (normalized/stripped):
πυκνορραξ
IDX:
77483
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77484
Key:

Data

{'content': 'thick with berries'}