Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πυκινόθριξ
πυκινοκίνητος
πυκινόρριζος
πυκινόφρων
πυκνάζω
πυκναία
πυκνάκις
πυκνάρμων
πυκνίτης
πυκνόβλαστος
πυκνογόνατος
πυκνόδους
πυκνόθριξ
πυκνόκαρπος
πυκνοκίνδυνος
πυκνόκοκκον
πυκνόκομον
πυκνομματέω
πυκνονεφής
πυκνοπλοέω
πυκνοπνεύματος
View word page
πυκνογόνατος
with frequent knots

ShortDef

with frequent knots

Debugging

Headword:
πυκνογόνατος
Headword (normalized):
πυκνογόνατος
Headword (normalized/stripped):
πυκνογονατος
IDX:
77468
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77469
Key:

Data

{'content': 'with frequent knots'}