Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πύκασμα
πυκιμηδής
πυκινόθριξ
πυκινοκίνητος
πυκινόρριζος
πυκινόφρων
πυκνάζω
πυκναία
πυκνάκις
πυκνάρμων
πυκνίτης
πυκνόβλαστος
πυκνογόνατος
πυκνόδους
πυκνόθριξ
πυκνόκαρπος
πυκνοκίνδυνος
πυκνόκοκκον
πυκνόκομον
πυκνομματέω
πυκνονεφής
View word page
πυκνίτης
assembled in the Pnyx

ShortDef

assembled in the Pnyx

Debugging

Headword:
πυκνίτης
Headword (normalized):
πυκνίτης
Headword (normalized/stripped):
πυκνιτης
IDX:
77466
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77467
Key:

Data

{'content': 'assembled in the Pnyx'}