Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πυθαγορίζω
Πυθαγορικός
Πυθαγορισμός
Πυθαγοριστής
Πυθαεῖα
Πυθαεύς
Πυθαΐζω
Πυθαῖος
Πυθαΐς
Πυθαϊστής
Πυθάρατος
Πύθαρχος
Πυθαύλης
Πυθέας
πυθεδών
πυθεῖον
Πύθερμος
Πύθης
Πυθία
Πύθια
πυθιάζω
View word page
Πυθάρατος
pr.n., Pytharatus

ShortDef

pr.n., Pytharatus

Debugging

Headword:
Πυθάρατος
Headword (normalized):
πυθάρατος
Headword (normalized/stripped):
πυθαρατος
IDX:
77395
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77396
Key:

Data

{'content': 'pr.n., Pytharatus'}