Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πυγίδιον
πυγίζω
πύγισμα
πυγμά
Πυγμαιομάχος
πυγμαῖος
Πυγμαῖος
πυγμαχέω
πυγμαχία
πυγμαχίη
πυγμάχος
πυγμή
πυγμικός
πυγολαμπίς
πυγονιαῖος
πυγόριζα
πυγοσκελίς
πυγοστόλος
πυγούσιος
πυγών
πυδαρίζω
View word page
πυγμάχος
one who fights with the fist, a boxer

ShortDef

one who fights with the fist, a boxer

Debugging

Headword:
πυγμάχος
Headword (normalized):
πυγμάχος
Headword (normalized/stripped):
πυγμαχος
IDX:
77363
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77364
Key:

Data

{'content': 'one who fights with the fist, a boxer'}