Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πτῶμα
πτωματίζω
πτωματικός
πτωμάτιον
πτωματίς
πτωματισμός
πτώξ
πτώσιμος
πτῶσις
πτώσσω
πτωτικός
πτωτός
πτωχαλαζών
πτωχεία
πτωχελένη
πτωχεύω
πτωχίζω
πτωχικός
πτωχομουσοκόλαξ
πτωχόμουσος
πτωχοποιός
View word page
πτωτικός
capable of inflexion

ShortDef

capable of inflexion

Debugging

Headword:
πτωτικός
Headword (normalized):
πτωτικός
Headword (normalized/stripped):
πτωτικος
IDX:
77323
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77324
Key:

Data

{'content': 'capable of inflexion'}