Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πτυάς
πτύγμα
πτύγξ
πτυκτός
πτύξ
πτύξαγρις
πτύξις
πτύον
πτυρμός
πτύρομαι
πτυρτικός
πτύσις
πτύσμα
πτύσσω
πτυχά
πτύχιον
πτυχίς
πτυχώδης
πτύω
Πτώϊος
πτωκάς
View word page
πτυρτικός
timorous
ShortDef
timorous
Debugging
Headword:
πτυρτικός
Headword (normalized):
πτυρτικός
Headword (normalized/stripped):
πτυρτικος
IDX:
77302
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77303
Key:
Data
{'content': 'timorous'}