Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πτυαλίζω
πτυαλισμός
πτύαλον
πτυαλώδης
πτυάς
πτύγμα
πτύγξ
πτυκτός
πτύξ
πτύξαγρις
πτύξις
πτύον
πτυρμός
πτύρομαι
πτυρτικός
πτύσις
πτύσμα
πτύσσω
πτυχά
πτύχιον
πτυχίς
View word page
πτύξις
folding
ShortDef
folding
Debugging
Headword:
πτύξις
Headword (normalized):
πτύξις
Headword (normalized/stripped):
πτυξις
IDX:
77298
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77299
Key:
Data
{'content': 'folding'}