Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πτολίοικος
πτολίπορθος
πτορθάκανθος
πτόρθος
πτυαλίζω
πτυαλισμός
πτύαλον
πτυαλώδης
πτυάς
πτύγμα
πτύγξ
πτυκτός
πτύξ
πτύξαγρις
πτύξις
πτύον
πτυρμός
πτύρομαι
πτυρτικός
πτύσις
πτύσμα
View word page
πτύγξ
eagle-owl
ShortDef
eagle-owl
Debugging
Headword:
πτύγξ
Headword (normalized):
πτύγξ
Headword (normalized/stripped):
πτυγξ
IDX:
77294
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77295
Key:
Data
{'content': 'eagle-owl'}